Νάουσας, επαρχία

Νάουσας, επαρχία
Παλαιότερη διοικητική (470 τ. χλμ.) διαίρεση του νομού Ημαθίας με πρωτεύουσα τη Βέροια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Naousa Province — Επαρχία Νάουσας Naousa Province Province of Greece …   Wikipedia

  • σταθμός — Όνομα έντεκα οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (81 κάτ., υψόμ. 90 μ.) στην επαρχία Νάουσας του νομού Ημαθίας. Υπάγεται διοικητικά στο δήμο Νάουσας. 2. Πεδινός οικισμός (8 κάτ., υψόμ. 105 μ.), στην επαρχία Λιβαδειάς του νομού Βοιωτίας. Υπάγεται… …   Dictionary of Greek

  • Liste der ehemaligen Provinzen Griechenlands — Karte der Provinzen Die Provinz (griechisch επαρχία, Eparchía) war im weitgehend zentralistisch verfassten Griechenland bis zur griechischen Gemeindereform von 1997 („Programm Ioannis Kapodistrias“ bzw. griechisch Σχέδιο …   Deutsch Wikipedia

  • Άγιος Παύλος — Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 40 μ., 599 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, κοντά στα σύνορα με τον νομό Θεσσαλονίκης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καλλικράτειας. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ.… …   Dictionary of Greek

  • Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… …   Dictionary of Greek

  • χαρίεσσα — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρεται και ως Χάρισσα. Μαρτύρησε στην Κόρινθο, όπου την έπνιξαν στη θάλασσα μαζί με τον Λεωνίδη, επίσκοπο Aθηνών, επί Δεκίου (250). Μαζί τους μαρτύρησαν και 6 ακόμα γυναίκες. Η μνήμη της τιμάται στις 16… …   Dictionary of Greek

  • Αγγελοχώρι — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 25 μ., 1.707 κάτ.) στην πρώην επαρχία Νάουσας του νομού Hμαθίας. Βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Νάουσας και πέρα από την περιφερειακή διώρυγα. Υπάγεται στον δήμο Ειρηνούπολης. 2.… …   Dictionary of Greek

  • Ροδακινέα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 210 μ.), στην πρώην επαρχία Νάουσας, του νομού Ημαθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νάουσας …   Dictionary of Greek

  • Στενήμαχος — I Ελληνική ονομασία της βουλγάρικης πόλης Ασένοβγκραντ. Στα τέλη του 11ου αι., η Σ. ήταν ένα ανοχύρωτο χωριό. Αργότερα, στην εποχή των Αγγέλων και των Παλαιολόγων, έγινε πρωτεύουσα της βυζαντινής επαρχίας της Ροδόπης. Πάνω από την πόλη υπήρχε… …   Dictionary of Greek

  • μαρίνα — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αντιόχεια της Πισιδίας και ήταν κόρη του εθνικού ιερέα Αιδεσία. Φημιζόταν για τη μόρφωση και την αρετή της. Ασπάστηκε μυστικά τον χριστιανισμό σε πολύ νεαρή ηλικία, αλλά αποκαλύφτηκε επειδή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”